Και ναι μεν το φαύλο σύστημα λεηλασίας της χώρας κάνει τη δουλειά του. Εμείς όμως ένα μέρος του λαού, τι καπνό φουμάρουμε; Έχουμε αποφασίσει πως φανταζόμαστε, πως θα θέλαμε τους αριστερούς; Τους θέλουμε κοινούς θνητούς με χαρίσματα και αδυναμίες ή σάκο του μποξ να εκτονώνουμε τα κόμπλεξ μας; Δουλικά των ισχυρών ή ελεύθερους και μαχητές να τους προγκάμε που δε μπαίνουν στο σωρό; Ανθρώπους της διπλανής πόρτας ή αψεγάδιαστους ιεραπόστολους να τους γυρίζουμε την πλάτη; Μας τιμά να τους σταυρώνουμε, μοιράζοντας συγχωροχάρτια στους υπόλοιπους; Να σκορπίζουμε τα αρνιά και να σταβλίζουμε αλεπούδες και λύκους; Σκυθρωποί δάσκαλοι στους μεν, φοβισμένα μαθητούδια στους δε; Μπορούμε ασυζητητί να απορρίπτουμε τους αδοκίμαστους και δικαιωμένους, αυτούς που κρατήθηκαν μια ζωή στην πολιτική μοναξιά, μακριά από λουφέδες και βρώμικα δούναι και λαβείν; Αφουγκραστήκαμε τις αγωνίες και τα όνειρα τους, σκύψαμε στα γραφτά τους, τσεκάραμε το μπόι τους, για να τους κρίνουμε με τόση αυστηρότητα; Μπορούν να δίνουν μαθήματα πολιτικής υπάκουα γρανάζια του συστήματος και απολίτικα, καταναλωτικά ζόμπυ; Μπορούν τα σλόγκαν, οι ατάκες, τα τηλεοπτικά τρυκ, τα «άκουσα» και «μυρίστηκα» να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα πολιτικά, οικονομικά, φιλοσοφικά; Άβυσσος η ψυχή μας.

Μας κακοφαίνεται ο «πλούτος» των αριστερών. Θαυμάσια. Σκεφτήκαμε άραγε τι αξίζει περισσότερο; Να οδηγείται κάποιος στην αριστερά από ανάγκη και απόγνωση ή από γνώση, πεποίθηση και ιδεολογία, κόντρα στο προσωπικό και ταξικό του συμφέρον; Τι βαραίνει, το πουγκί στη τράπεζα ή η ηθική στάση, ο τρόπος ζωής, η συμπόρευση με τους φτωχούς και αδύναμους; Ψιλά γράμματα, θα πείτε. Για να είμαστε ειλικρινείς, οι αριστεροί φταίνε είτε προκόβουν είτε μένουν στάσιμοι. Ο προκομμένος αριστερός είναι διαβολικός κι ασυνεπής γιατί εκμεταλλεύεται το σύστημα που αρνείται. Ο φτωχός αριστερός είναι ακαμάτης, ανεπρόκοφτος, χωρίς κότσια να ξεχωρίσει, τελικά περίγελος. «Αριστερός με δεξιά τσέπη;» αναρωτιόμαστε, προσπερνώντας το πρωτεύον, αν δηλαδή η «τσέπη» είναι αντίκρισμα μόχθου και αξίας ή λοβιτούρας και εκμετάλλευσης.

Αλήθεια, είδαμε ποτέ αριστερούς να λεκιάζονται με οικονομικές λαδιές(μίζες, απάτες, εκβιασμούς, καταχρήσεις, ξεπλύματα); Θα είχε βουίξει το σύμπαν. Κι όμως, το προσπερνάμε κι αυτό με απίστευτη ευκολία, εμείς οι τάχα αγανακτισμένοι για τα κλεμμένα που μας άρπαξαν. Θαυμάζουμε και συνάμα φθονούμε κάθε τυχάρπαστο και «πετυχημένο» αλλά φθονούμε, ίσως και να μισούμε, τον φτασμένο κι ευκατάστατο αριστερό. Ο πλούσιος αν είναι αριστερός φαντάζει απρόσιτος κροίσος, αν δεν είναι, καθώς πρέπει αστός. Νοιαζόμαστε πως μοιράζεται η μικρή πίτα των αριστερών αλλά καρφί δε μας καίγεται για τη μεγάλη πίτα των δυνατών. «Να μοιράσετε κύριοι οπαδοί της ισότητας τα υπάρχοντα σας στη φτωχολογιά» φωνάζουμε κακιωμένα, παριστάνοντας ή πιστεύοντας πως σοβαρολογούμε.

Δεν μας ενοχλεί όμως μόνο ο «πλούτος» των αριστερών. Τους βαφτίζουμε κρατικοδίαιτους, όταν μέχρι το 1974 ήταν αποκλεισμένοι από το κράτος. Κι όταν αργότερα βρέθηκαν ελάχιστοι στο δημόσιο, πάλι κατάφερναν οι τετραπέρατοι «να παρασέρνουν και να μολύνουν τους πολλούς». Τους ονομάζουμε κρατιστές, τη στιγμή που προσπαθούμε να γαντζωθούμε σ' ένα κράτος που αποσύρεται από παντού. Παλεύουν για τους εργαζόμενους (πώς να το αρνηθούμε;) αλλά τους σιχτιρίζουμε εμείς που γευτήκαμε τους καρπούς των αγώνων τους. Τους φορτώνουμε την κατάντια του κρατικού συνδικαλισμού, όταν κουμαντάρουν οι εργατοπατέρες ΝΔ-ΠΑΣΟΚ που εμείς συντριπτικά ψηφίζαμε. Τους επιπλήττουμε γιατί τάχα μιλούν μόνο για δικαιώματα, ποτέ για υποχρεώσεις. Σίγουρα κάτι παραπάνω θα ξέρουν οι ανοιχτόμυαλοι εργοδότες που τους εμπιστεύονται για το ήθος, τη συνέπεια και την τιμιότητα τους. Τους μεμφόμαστε για την ανθρωπιά τους στους κατατρεγμένους του πλανήτη, όταν άνθρωποι μας έζησαν προσφυγιά και μετανάστευση και σήμερα τα παιδιά μας σκορπίζουν όπου γης. Τους αποκαλούμε το πρωί συστημικούς και καλοβολεμένους και το βράδυ περιθωριακούς και απροσάρμοστους. Τους ειρωνευόμαστε σαν θεωρητικούς, ρομαντικούς και κουλτουριάρηδες, αγνοώντας πως μόνο άξεστοι και απαίδευτοι θα έδιναν αρνητικό νόημα σε θετικές έννοιες. Τους χαρακτηρίζουμε άπιστους και άθεους εμείς που διασκεδάζουμε τις φοβίες μας με κομποσκοίνια και εικονίσματα αλλά προσπερνούμε αδιάφορα το πνεύμα της θρησκευτικής διδαχής. Τους καταλογίζουμε μειωμένο εθνικό φρόνημα, όταν χαζεύουμε ακούνητοι το βιασμό της πατρίδας μας. Μα κι όταν παλιότερα στήνονταν στο απόσπασμα για τις ιδέες και τον πατριωτισμό τους και τότε μικρόψυχα τους λέγαμε ταραξίες, φανατικούς ή ανόητους. Αποκορύφωμα είναι η κατηγορία πως η αριστερά γίνεται ΠΑΣΟΚ, από ποιους άραγε; Τους αμετανόητους πασοκτζήδες και τα σταυραδέλφια τους νεοδημοκράτες! Τέτοιος διχασμός, παραζάλη και υποκρισία δεν ξανάγιναν.

Είμαστε πολλοί οι κατήγοροι των αριστερών, καθένας με το παράδοξο σκεπτικό του. Μέχρι και θλιβεροί «αριστεροί», πρωταθλητές στο σπορ της αδελφοκτονίας. «Αριστεροί» που αθλούνται στις πιρουέτες και επικύψεις ή άλλοι καθαρόαιμοι, με τη μεζούρα «επαναστατικότητας» στο χέρι, τυφλωμένοι από ταξικό μίσος.

Εύλογα γεννιέται το ερώτημα. Γιατί τραβάμε τέτοιο ζόρι με τους αριστερούς; Τι μας φταίνε άνθρωποι που δε διαχειρίστηκαν δημόσιο χρήμα και δεν μας εξουσίασαν ποτέ; Μια πρώτη ψυχαναλυτική εξήγηση δίνει ο Αλμπέρ Καμύ: «Μια από τις χειρότερες αιτίες εχθρότητας είναι η λύσσα και η ποταπή επιθυμία να δεις να υποκύπτει, αυτός που αντιστέκεται σ' αυτό που σε συνθλίβει».Ακολουθεί το πικρό παράπονο του Μανώλη Αναγνωστάκη: «Φοβάμαι τους ανθρώπους που με καταλερωμένη τη φωλιά πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου». Κι έρχεται τρίτος ο Νίκος Καζαντζάκης να συμπληρώσει: «Ο άνθρωπος είναι κτήνος. Τούκαμες κακό; Σε σέβεται και σε τρέμει. Τούκαμες καλό; Σου βγάζει τα μάτια». Ταιριάζουν γάντι τα λόγια αυτά στην περίπτωση μας. Οι άνθρωποι συχνά, αντί να πορευτούν το δρόμο της αυτοταπείνωσης και εξιλέωσης, περνούν στην αντεπίθεση, φορτώνοντας ενοχές στους αθώους.

Υπάρχουν κι άλλοι σοβαρότεροι λόγοι γι αυτή την ιδιοτροπία μας. Είναι το τωρινό δυνάμωμα της αριστεράς που γεννά ταραχή και παραφροσύνη στα τρωκτικά και τις βδέλλες. Είναι το προπαγανδιστικό κροτάλισμα των ΜΜΕ που ισοπεδώνει το μυαλό. Είναι η ανοησία, αφέλεια, άγνοια και αμνησία που μοιάζουν ανίκητες. Μα πάνω απ' όλα είναι τα βαρίδια της ιστορίας που σκόπιμα δεν μας βοήθησαν να ξεφορτωθούμε. Η Ελληνική κοινωνία, με βαθιές ρίζες κοτζαμπασισμού και ραγιαδισμού ποτέ δεν ανάσανε το οξυγόνο του διαφωτισμού. Παρά τα ξεπετάγματα της, έμεινε μονόχνοτη, βαθιά συντηρητική, βαλτωμένη στη μετριότητα, αλλεργική στο καινούργιο, το διαφορετικό, την εξέλιξη, το ρίσκο. Να γιατί λοξοκοιτά τον άγρυπνο και ανήσυχο, τον αντιρρησία και ριψοκίνδυνο, αυτόν που ανοίγει δρόμους και δεν τεμπελιάζει πάνω σε δάφνες ή βεβαιότητες. Κι ο αριστερός-όχι μόνο αυτός- είναι από τέτοια πάστα.

Δεν σταματούν όμως εδώ οι σκιές της ιστορίας. Οι αριστεροί μέχρι το 1974 είχαν αναγορευτεί στο απόλυτο κακό. Ήταν κοινωνικά απόβλητα, σχεδόν σατανάδες και μιάσματα. Να φανταστείτε, έφταναν οι πανούργοι μέχρι το σημείο να χρησιμοποιούν κορίτσια-δολώματα για να τραβολογούν τους νέους στις λέσχες πολιτισμού των Λαμπράκηδων! Ή να μετατρέπουν το πολυτεχνείο σε άντρο ακολασίας οι έκφυλοι αναρχοκομμουνιστές! Αυτά τα φαιδρά κι ακόμα χειρότερα έλεγαν και έγραφαν επίσημοι και ανεπίσημοι της εποχής. Ένα ολόκληρο κράτος (και παρακράτος) κτίστηκε πάνω στην αντιαριστερή υστερία. Η εθνικοφροσύνη έγινε το πιο προσοδοφόρο επάγγελμα, ξεπλένοντας ανομίες και εγκλήματα.

Το καθεστώς αυτό κατέρρευσε το 1974 κάτω από το βάρος των αγώνων του λαού και της Κυπριακής τραγωδίας. Η εθνική συμφιλίωση ήρθε πολύ καθυστερημένα με τη συμβολή και της λεγόμενης φωτισμένης δεξιάς που δεν μπορούσε και δεν ήθελε να βαδίσει στα παλιά χνάρια. Τα πολιτικά πάθη καταλάγιασαν. Οι κήρυκες του μίσους και του διχασμού κρύφτηκαν προσωρινά αλλά σήμερα ξεμυτίζουν, ξαναζεσταίνοντας το ακροδεξιό μενού σε μεταμοντέρνα μορφή. Οι αριστεροί δεν είναι πια «κατσαπλιάδες, συμμορίτες και εθνοπροδότες» αλλά ανεύθυνοι, λαϊκιστές, σαμποτέρ της εθνικής προσπάθειας, λόμπυ της δραχμής και προπαντός «δεν καταδικάζουν τη βία απ' όπου κι αν προέρχεται». Η μεταπολίτευση ρίχνεται ατόφια στη φωτιά. Προς θεού, όχι τα πρόσωπα και οι πολιτικές που τη ναυάγησαν αλλά τα θετικά της, το πνεύμα συμφιλίωσης, τα κοινωνικά δικαιώματα, το ανεκτό επίπεδο ζωής. . Κι εμείς δείχνουμε να παίζουμε το ζουρνά της προπαγάνδας τους, παγιδευμένοι σε εμμονές και κλισέ του παρελθόντος. Μόνο που τώρα η άγνοια, η σύγχυση, η ελαφρότητα, η στάση αναμονής πληρώνονται ακριβά. Αν έστω και τώρα δεν καταλάβουμε πως έχουμε ένα αδίσταχτο νεοφιλελεύθερο καθεστώς που σκαρφίζεται τα πάντα να μαγαρίσει όσους παλεύουν για μια ανθρωπινή κοινωνία, θα πελαγοδρομούμε χωρίς νησίδα σωτηρίας.

Και κάτι τελευταίο. Τέσσερες αρετές ξεχωρίζουν τον μέσο αριστερό. Ο ορθολογισμός, η πολιτική συγκρότηση, το αδούλωτο πνεύμα και η κοινωνική ευαισθησία (οι υπόλοιπες είναι προς απόδειξη). Όποιος τις αποκτά, δίνει νόημα στη ζωή. Όποιος τις αψηφά, ταλανίζεται στη φθορά. Διαλέγουμε και παίρνουμε.

* Ο Νίκος Χατζηγιαννάκης είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ Γλυφάδας