τoυ Μίχαελ Χόιζερ *
 

Στο ξεκίνημα της οικονομικής κρίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδειξε υπέρμετρη αισιοδοξία και επιδόθηκε σε μια σχεδόν αριστερή ρητορική.

Στο Ευρωπαϊκό Σχέδιο Οικονομικής Ανάκαμψης (τέλη του 2008), διαβάζουμε:

«Η τρέχουσα οικονομική κρίση μάς δίνει την ευκαιρία να δείξουμε ότι η Ευρώπη υπηρετεί καλύτερα τους πολίτες της όταν ως ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής της χρησιμοποιεί τις στοχευμένες δράσεις. Η Ευρώπη μπορεί να κάνει τη διαφορά. Οι φορείς άσκησης πολιτικής, τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο ευφυής συντονισμός, εμποδίζουν τη διολίσθηση προς μια βαθύτερη ύφεση. Μια Ευρώπη έτοιμη να αναλάβει ταχεία, τολμηρή, φιλόδοξη και καλά στοχευμένη δράση θα είναι μια Ευρώπη ικανή να βάλει φρένο στην ύφεση και να επαναφέρει την ανάπτυξη. Ή θα κολυμπήσουμε μαζί ή θα βουλιάξουμε όλοι. […] Οι θεμελιώδεις αρχές αυτού του σχεδίου είναι η αλληλεγγύη και η κοινωνική δικαιοσύνη. Σε δύσκολους καιρούς, η δράση μας πρέπει να αποσκοπεί στη βοήθεια εκείνων που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Να εργαστούμε για την προστασία των θέσεων εργασίας μέσω δράσεων με κοινωνικά κριτήρια».

Ποια είναι τα αποτελέσματα, λίγα χρόνια μετά;

Ένα μπερδεμένο κουβάρι

Η οικονομική ανάκαμψη δεν έχει επιτευχθεί: το χρέος έχει συσσωρευθεί και η οικονομία της Ευρωζώνης παραμένει στάσιμη. Ακόμα και στις χώρες που έχουν μειώσει τις κρατικές δαπάνες, δύσκολα μπορούμε να μιλάμε για ανάκαμψη. Η υπέρμαχος της λιτότητας Φινλανδία έχει πέσει σε «τριπλή ύφεση», η Μεγάλη Βρετανία αντιμετωπίζει στενότητα, η Ιταλία παρά τις περικοπές δεν μπορεί να σταματήσει την άνοδο του χρέους της. Η Γερμανία είναι η μόνη χώρα που δείχνει κάποια σημάδια ανάκαμψης, αλλά εδώ οι περικοπές δαπανών αντισταθμίζονται από κίνητρα που δεν έχουν θεσπιστεί σε καμία άλλη χώρα, π.χ. επενδύσεις σε υποδομές ή η θέσπιση επιδοτήσεων για την φροντίδα των παιδιών.

Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι η λιτότητα οδηγεί στην ανάκαμψη. Η ευρωζώνη μπορεί να απέφυγε μια «τριπλή ύφεση», αλλά παραμένει καθηλωμένη σε μια βαθιά διαρθρωτική ύφεση. Ο Στέφανο Φασίνα, πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, δήλωσε ότι η «Ευρώπη-Τιτανικός» οδηγείται προς το ναυάγιο, αν δεν υπάρξει ριζική αλλαγή πορείας.

Σχεδόν όλοι οι Ευρωπαίοι πολιτικοί και οικονομολόγοι παραδέχονται αυτές τις μέρες ότι η ανάπτυξη είναι πιο σημαντική από τις περικοπές των δαπανών, αλλά κανείς δεν έχει την παραμικρή ιδέα πώς να την επιτύχει. Παρ' όλα αυτά, μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την προσπάθεια της κυβέρνησης του να γίνει επιτέλους πράξη η διακήρυξη της Ε.Ε. για «τολμηρή, φιλόδοξη και καλά στοχευμένη δράση» με στόχο την επίτευξη της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, οι εκπρόσωποι της Ε.Ε. δεν βλέπουν το πρόγραμμα του κόμματος ως παράδειγμα προς μίμηση. Στην καλύτερη περίπτωση το κρίνουν ως αμφιλεγόμενο, στη χειρότερη αφελές και επικίνδυνο.

Υπάρχει μια νέα κατάσταση στην Ευρώπη που θα μπορούσε να περιγραφεί ως πολλαπλή εμπλοκή. Αν δεν κάνουμε τίποτα, η τρέχουσα οικονομική τάση (αύξηση του χρέους, της ανεργίας και της οικονομικής στασιμότητας) θα συνεχιστεί μέχρι να φτάσει σε κάποιο απροσδιόριστο όριο. Αν θέλουμε να αντιστραφεί αυτή η τάση, πρέπει να αναλάβουμε δράση με έναν τρόπο που μπορεί να φαίνεται πολύ επικίνδυνος ή ακόμα και καταδικασμένος σε αποτυχία.

Οι ιδέες ως οικονομικός συντελεστής

Σε αυτή την κατάσταση πολλαπλής εμπλοκής υπάρχει ένα νέο φαινόμενο που εξελίσσεται. Ας το ονομάσουμε διαρνητικότητα (internegativity). Υπάρχει μια κυρίαρχη αρνητική τάση στην Ευρώπη το τελευταίο διάστημα. Είναι η τάση ορισμένων οικονομικών δεικτών είτε να επιδεινώνονται σταδιακά (π.χ. το ποσοστό του χρέους ή η ανεργία), είτε να βρίσκονται σε στασιμότητα (π.χ. ΑΕΠ). Εδώ και αρκετό καιρό, αυτή η αρνητικότητα θα έπρεπε να έχει οδηγήσει στην αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων σε όλες τις χώρες που πλήττονται από την κρίση, στη νομιμοποίηση αυτών των λύσεων και στην ταυτόχρονη ανάπτυξη δράσεων για την εφαρμογή τους.

Η αρνητική αυτή τάση, ωστόσο, τις κρατά στην αφάνεια. Ως εκ τούτου, στην καλύτερη περίπτωση παρουσιάζονται απλώς ως θεωρητικές κατασκευές χωρίς πραγματική δυνατότητα πολιτικής εφαρμογής. Έτσι, η άρνηση των εναλλακτικών λύσεων επηρεάζει τις κοινωνικές και οικονομικές τάσεις και καθιστά την κατάσταση ακόμη πιο αρνητική. Δεν είναι σαν την άρνηση στη εγελιανή διαλεκτική, όπου η άρνηση αντιπαρατίθεται με τη θέση σε μια διαλεκτική διαδικασία. Σε αυτή την περίπτωση, η αρνητικότητα διασυνδέεται με μια άλλη αρνητικότητα και δημιουργεί μια σχέση αμοιβαίας ενίσχυσης: διαρνητικότητα. Η διαρνητικότητα μας στερεί ακόμη και τα ψήγματα ασφάλειας που παρέχει ο φιλελεύθερος καπιταλισμός, ενώ επίσης εμποδίζει την αναζήτηση και την εφαρμογή εναλλακτικών λύσεων.

Αυτή η διαρνητικότητα έχει, ωστόσο, και ένα θετικό αποτέλεσμα. Κρατάμε μια απόσταση από αυτό που θεωρείται «φυσική κατάσταση» στην πολιτική και στην καθημερινή ζωή. Η απόσταση αυτή σημαίνει ότι χάνουμε κάτι: χάνουμε την ασφάλεια που παρέχεται από ένα φαινομενικά φυσικό κόσμο.

Μετά την απώλεια της ασφάλειας που μας παρέχει η εμπιστοσύνη στις υποκείμενες πολιτικές δομές του κοινωνικού μας κόσμου, δημιουργείται ως αποτέλεσμα μια αίσθηση κενού και καλλιεργείται μια στάση ότι δεν υπάρχει πλέον τίποτα στο οποίο μπορεί κανείς να στηριχθεί. Η στάση αυτή εκφράζει, ωστόσο, μόνο ένα πράγμα: την απώλεια υποστήριξης που παρέχει μια παγκόσμια τάξη, η οποία έχει αρχίσει να διαλύεται. Είναι ακριβώς αυτό το κενό που δημιουργεί τον χώρο για την επανοικειοποίηση ιδεών όπως η αλληλεγγύη, η δικαιοσύνη και η ελευθερία, αν και με διαφορετική μορφή. Δεν είναι μια οικειοποίηση που στηρίχθηκε σε μια παγκόσμια τάξη, αλλά μια οικειοποίηση ως αποτέλεσμα της έλλειψης της. Μια ιδέα δεν υιοθετείται εξ ονόματος της παγκόσμιας τάξης, αλλά για τους δικούς της λόγους. Αυτό μπορεί να ονομαστεί και επανανοηματοδότηση των ιδεών.

Αυτή η αλλαγή προκαλεί την αποσύνθεση του «φυσικού» μας κόσμου. Ιδέες όπως αλληλεγγύη, δικαιοσύνη και ελευθερία έχουν χαρακτηριστεί λέξεις ευέλικτες, σχετικές και ακόμη περιοριστικές στο νόημά τους. Θα μπορούσαμε να φανταστούμε την εξής «ρεαλιστική» δήλωση για το τι σημαίνει αλληλεγγύη: «Φυσικά είμαστε λάτρεις της αλληλεγγύης, αλλά ξέρετε ότι πρέπει να συγκρατήσουμε τυχόν αύξηση του χρέους και έτσι θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με πράγματα όπως η αλληλεγγύη. Αν ενδώσουμε στον πειρασμό της αλληλεγγύης, θα βρεθούμε σύντομα σε μια δίνη, και θα παρασυρθούμε όλοι προς τα κάτω. Οφείλουμε να κατανοήσουμε την οικονομική πραγματικότητα και να προσαρμόσουμε την αλληλεγγύη καταλλήλως».

Η αλληλεγγύη μπορεί να είναι μια επικίνδυνη ιδέα αν δεν είναι αρκετά ευέλικτη, ώστε να προσαρμοστεί στα μέτρα των οίκων αξιολόγησης (για παράδειγμα). Όσο η αλληλεγγύη ή άλλα παρόμοια ιδανικά ερμηνεύονται με αυτό τον τρόπο, δεν θα σημαίνουν τίποτα περισσότερο από όμορφα λόγια που δεν έχουν αντίκτυπο στην πραγματική πορεία των πραγμάτων.

Αλλά η εξελισσόμενη κρίση είναι μια κατάσταση η οποία μετατρέπει την αλληλεγγύη σε ιδέα· και έτσι κάτι αλλάζει. Η αλληλεγγύη ως ιδέα ενσωματώνεται στον ψυχοσωματικό ιστό της ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς και σε φορείς πολιτικής.

Οι ιδέες με υλική υπόσταση που υπάρχουν έξω από το καθιερωμένο οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο, προκαλούν δραστηριότητες που μπορούν να καθοδηγήσουν την Ευρώπη έξω από τον λαβύρινθο. Οι ιδέες γίνονται οικονομικά παραγωγικές. Ποιοι είναι οι ρεαλιστές τώρα; Εκείνοι που απορρίπτουν τις ιδέες ως απλές χίμαιρες, δεν έχουν καμία απάντηση στον οικονομικό γρίφο, και την ίδια στιγμή παραδέχονται ότι η σημερινή κατάσταση δεν είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα.

Δεν είναι αληθινά ρεαλιστές, διότι περιμένουν ένα μυστηριώδες θαύμα που θα μπορούσε να σπάσει τον φαύλο κύκλο. Οι ιδέες με υλική υπόσταση, από την άλλη πλευρά, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν δράσεις που να οδηγήσουν στο σπάσιμο του φαύλου κύκλου στον οποίο έχει βρεθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, οι ρεαλιστές είναι εκείνοι που γνωρίζουν την οικονομική σημασία των ιδεών.

Ελληνική κυβέρνηση: η μόνη ρεαλιστική στην Ε.Ε.

Από αυτή την άποψη, η μόνη ρεαλιστική κυβέρνηση στην Ε.Ε. σήμερα είναι η ελληνική - φιλοδοξεί να καταστήσει την Ελλάδα την πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που θα σπάσει το αδιέξοδο.

Η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται αποφασισμένη να ξεμπλέξει τις περίπλοκες καταστάσεις στις οποίες βρίσκεται η Ε.Ε. Η πολιτική της μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από μια απλή έκφραση της τραυματικής κοινωνικής κατάστασης στην Ελλάδα και ενός άνευ προηγουμένου ενθουσιασμού της ελληνικής κοινωνίας.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει την εντολή να αναβιώσει την ιδέα της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και την ιδέα της ίδιας της οικονομίας. Στο τέλος, η τύχη της εξαρτάται από το αν θα καταφέρει την ενσωμάτωση αυτών των ιδεών στην πολιτική της ή θα τις εγκαταλείψει κάτω από την πίεση των περιστάσεων.

Το μέλλον της Ελλάδας, και τελικά της Ευρώπης, εξαρτάται από το αν αυτές οι ιδέες αποκτήσουν πραγματική πολιτική και οικονομική εξουσία.
 
* φιλόσοφος, κριτικός μαρξιστής και ιδρυτής του Συνδέσμου για τη Θεωρία της Αριστεράς (Τσεχία). Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο opendemocracy, στις 25.3.2015. Εδώ δημοσιεύεται με μικρές περικοπές.

μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης
Πηγή: www.avgi.gr