Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2016

Χαμογέλα, ρε Σοφία... Οι χορηγίες είναι ευλογία...

σχολιάζει ο Δημήτρης Βάσσιος

Η Σοφία της ιστορίας που ακολουθεί ζει στη Λάρισα και είναι πολύ δυστυχισμένη γιατί 
απολύθηκε από το «Πλαίσιο».

Αντίθετα η Σοφία που ζει στο Ελληνικό είναι πολύ χαρούμενη, γιατί το «Πλαίσιο» είναι χορηγός στην παιδική χαρά της γειτονιάς της και εκεί παίζουν τα παιδιά της.

Όμως η Σοφία που ζει στο Ελληνικό είναι πολύ δυστυχισμένη γιατί της βγάζει το λάδι ο εργοδότης της που είναι χορηγός μιας παιδικής χαράς στην Αργυρούπολη, όπου παίζουν τα παιδιά της Σοφίας που ζει στην Αργυρούπολη.

Η Σοφία που ζει στην Αργυρούπολη είναι χαρούμενη που ο εργοδότης της Σοφίας από το Ελληνικό είναι χορηγός στην παιδική χαρά της δικής της γειτονιάς, αλλά δεν έχει εργασιακά προβλήματα με εργοδότες-χορηγούς γιατί έχει δικό της μαγαζί.

Όμως η Σοφία από την Αργυρούπολη με το δικό της μαγαζί σιχτιρίζει από το πρωί ως το βράδυ την κυβέρνηση που αύξησε το φορολογικό συντελεστή επειδή τα νούμερα δεν βγαίνουν.

Καρφάκι δεν της καίγεται της Σοφίας από την Αργυρούπολη που οι χορηγίες των εργοδοτών της Σοφίας από το Ελληνικό κι από τη Λάρισα εκπίπτουν από την εφορία - της είναι αρκετό που τα παιδιά της παίζουν σε χορηγούμενη παιδική χαρά.

Είναι όμως πολύ στεναχωρημένη η Σοφία από την Αργυρούπολη με το δικό της μαγαζί, γιατί η μεν πελάτισσά της Σοφία από τη Λάρισα έχει εξαφανιστεί, η δε Σοφία από το Ελληνικό έχει αραιώσει τις επισκέψεις της στο μαγαζί.

Παρόλα αυτά η Σοφία από την Αργυρούπολη ζει στη νιρβάνα της γιατί δεν έχει ακόμα αντιληφθεί ότι ο τζίρος της μειώθηκε και επειδή χορηγός σε άλλη παιδική χαρά στην Άνω Αργυρούπολη είναι συνάδελφός της, που μετά τη χορηγία πήρε με απευθείας ανάθεση δουλειά από τη δημοτική αρχή.

Άλλωστε καμιά από τις τρεις Σοφίες της ιστορίας μας δεν ενημερώθηκε - κατάλαβε ότι στην πρόσφατη δίκη του ο Μαντέλης ισχυρίστηκε πως οι μίζες που πήρε από τη siemens ήταν χορηγίες.

Αλλά τι σχέση έχουν οι χορηγίες με τον πρώην υπουργό πέραν του ότι στο γραφείο του σπούδασε πολιτική και επικοινωνία ο κ. Κωνσταντάτος;

Άλλωστε οι χορηγίες δεν είναι παράνομες... Είναι;...

Ας περιοριστούμε λοιπόν προς το παρόν στο άρθρο του Πέτρου Κατσάκου για τη Σοφία από τη Λάρισα:

«Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ' την αρχή» έγραφε κάποτε ο Χρόνης. Και η Σοφία κοιτούσε το ρολόι, να φύγει και η τελευταία ώρα απ' το οκτάωρο, να φύγει κι αυτή η βάρδια, να φύγει κι αυτή η μέρα των τρεις κι εξήντα. Κι ο επιστάτης να κοιτάζει συνεχώς το μηχανάκι χρονομέτρησης παραγωγικότητας. Και η Σοφία, μαζί με τις υπόλοιπες Σοφίες, να τρέχει στην κούρσα του εσωτερικού ανταγωνισμού. Να παίρνει μέρος σε ένα πρωτάθλημα αποδοτικότητας και πωλήσεων.

Και μια αόρατη μεζούρα να μετράει το χαμόγελό της την ώρα της εξυπηρέτησης του πελάτη που πάντα έχει δίκιο. Και το χαμόγελο να μην βγαίνει. Όπως δεν βγαίνει και ο μήνας. Όπως δεν βγαίνει και η Σοφία με τους λογαριασμούς, με τα παιδιά, με το νοίκι και με τους χίλιους δαίμονες που την παίρνουν στο κατόπι απ' το πρωί. Και όλο να κοιτάει το ρολόι. Και ο επιστάτης όλο να κοιτάει τη μεζούρα και να φωνάζει στη Σοφία. «Χαμογέλα ρε. Τι σου ζητάνε;». Και το χαμόγελο να συνθλίβεται μέσα στα γρανάζια ενός απρόσωπου μηχανισμού που γεννά ανταγωνισμούς και «εργαζόμενους του μήνα» σε κορνίζα.

Δεν χαμογελούσε αρκούντως η Σοφία και τερμάτισε τελευταία στο εσωτερικό πρωτάθλημα εξυπηρέτησης του πελάτη. Έπεσε κάτω από τη ζώνη υποβιβασμού η Σοφία. Και ένα πρωί βρέθηκε στη βήτα εθνική, που στα μέρη μας την λένε κι ανεργία. «Δεν τραβάει, ρε Σοφάκι» ήταν το αντίο του αφεντικού. Δεν είχε και χαμόγελο η Σοφία για να παγώσει, όταν της ήρθε το χαρτί του υποβιβασμού. Το τελευταίο της ποιος ξέρει πότε άραγε το είχε ξοδέψει; Ούτε κι αυτή μπορεί καλά καλά να μην θυμόταν.

Χωρίς κανενός τη βοήθεια να μεγαλώνει με έναν κουτσουρεμένο μισθό παιδιά, είχε ξεχάσει να χαμογελά. Χωρίς χαμόγελο, όμως, δεν κάνεις προκοπή πια. Το έγραφε και η σύμβαση. Γιατί εσύ μπορεί να λες στην επιχείρηση πως έχεις μια μονογονεϊκή οικογένεια, μα στην εταιρεία πρέπει όλα και όλοι να δείχνουν πως «είμαστε μια ευτυχισμένη οικογένεια» και την απολαμβάνουμε τη σύμβαση που υπογράψαμε. Και αν μας ζητήσει το αφεντικό να ντυθούμε ελαφάκια τα Χριστούγεννα, θα υπακούσουμε με χαμόγελο. Και αν μας ζητήσει το αφεντικό να κοντύνουμε και λίγο ακόμα τη φούστα, θα υπακούσουμε με χαμόγελο. Και αν μας ζητήσει το αφεντικό να υπογράψουμε για ένα εικονικό δώρο του Πάσχα, θα υπακούσουμε με χαμόγελο. Και αν θυμώσει το αφεντικό που αρρωστήσαμε, εμείς θα φορέσουμε και πάλι το καλό μας το χαμόγελο και θα χτυπήσουμε την κάρτα στην ώρα της. Γιατί εδώ είμαστε μια ευτυχισμένη οικογένεια και πάντα χαμογελάμε. Δεν θέλουμε κακομούτσουνους και αγέλαστους. Το λέει και η σύμβαση.

Τη Σοφία από τη Λάρισα, που απολύθηκε από το «Πλαίσιο» επειδή δεν χαμογελούσε αρκετά στους πελάτες, δεν την ξέρω ούτε μπορώ να μετρήσω το χαμόγελό της. Ξέρω πολλές άλλες Σοφίες. Τις συναντώ καθημερινά στον φούρνο, στην καφετέρια, στο σούπερ μάρκετ, στο κατάστημα κινητής τηλεφωνίας. Αναλώσιμες και ανακυκλώσιμες. Σοφίες με ημερομηνία λήξης που κάθε πρωί φοράνε ληγμένα χαμόγελα και πληρώνονται με ληγμένους μισθούς βασισμένους σε ληγμένες συμβάσεις. Και όλο κοιτάνε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ' την αρχή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου