γράφει ο Γιώργος Κουτσούκος

"Σε μένα τα λες αυτά; Που σου έκανα τη χάρη και σε πήρα στη δουλειά;" γάβγισε ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου.

"Είμαι απλήρωτος δύο μήνες, κύριε Ρουμελιώτη", προσπάθησε να κρατήσει την ψυχραιμία του ο Σίμος Ριζάκης. "Ιούλιο και Αύγουστο. Και πρέπει να πληρώσω δύο νοίκια, λογαριασμούς, σουπερμάρκετ…"

"Δηλαδή για τα χρέη σου φταίει η επιχείρηση;" τσίριξε ο ξενοδόχος. "Μα, τι λέει ο άνθρωπος;" στράφηκε στον οικονομικό διευθυντή που ήταν παρών στην κουβέντα. "Εδώ άλλοι έχουν να πληρωθούν τέσσερις και πέντε μήνες και δεν μιλάνε κι εσύ μας το παίζεις έξυπνος;" συνέχισε την επίθεση.

"Δεν το παίζω έξυπνος, κύριε Ρουμελιώτη απλώς ζητώ τα λεφτά μου" δαγκώθηκε για να μην εκραγεί. Ανάθεμα την ώρα που είχε βρει δουλειά σ' αυτό το κάτεργο, πριν από δύο μήνες: εξαήμερο, δεκάωρο, φωνές συνέχεια και απλήρωτος. Βέβαια, ο ξενοδόχος είχε δίκιο. Η επιχείρηση δεν έκανε διακρίσεις. Και το υπόλοιπο προσωπικό ήταν απλήρωτο για μήνες, παρ' όλο που το ξενοδοχείο τα πήγε πολύ καλά το καλοκαίρι. Τεσσάρων αστέρων, με οχτώ ορόφους και πισίνα Ολυμπιακών διαστάσεων. Το αφεντικό άφηνε τον οικονομικό διευθυντή να ασχολείται με τα καθημερινά, καθώς εκείνος είχε άλλες ασχολίες: αφού πρώτα έπεφτε στην πισίνα για την πρωινή του βουτιά, μετά την "έπεφτε" στις καμαριέρες και όποια δεν το ‘παιζε δύσκολη έπαιρνε "έναντι" από τα χρεωστούμενα. Αυτές ήταν οι μόνες που εισέπρατταν πού και πού κάτι. Του το ξεκαθάρισε άλλωστε το αφεντικό:

"Το στυλάκι 'δουλεύω και εκβιάζω για να πληρωθώ' να το ξεχάσεις. Το 'πιασες;"

"Το 'πιασα" μούγκρισε ο Ριζάκης.

"Όταν τρώγατε τους μισθούς έναν-έναν ήταν καλά. Τώρα όμως έφτασε η ώρα της ανάπτυξης" γυάλισε το μάτι του.

"Τότε, κύριε Ρουμελιώτη, δεν μου αφήνετε άλλη επιλογή"

"Τι εννοείς;" γρύλισε.

"Θα κάνω καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας" έσφιξε τα δόντια ο Ριζάκης. Έπαιζε το τελευταίο του χαρτί και θα το πάλευε μέχρι τέλους. Όμως την αντίδραση του συνομιλητή του δεν την περίμενε. Τον αιφνιδίασε.

"Επιθεώρηση Εργασίας;" επανέλαβε ο ξενοδόχος και διπλώθηκε στα δύο, ξεσπώντας σε τρανταχτά γέλια.

"Ναι, Επιθεώρηση Εργασίας" επιβεβαίωσε ο Σίμος, προκαλώντας νέο κύμα σπασμών στην κοιλιακή χώρα και στο πρόσωπο του ξενοδόχου.

"Πού είναι το αστείο;" τον ρώτησε ο Σίμος.

"Πες στους μπεϊμπισίτερ να έρθουν" διέταξε τον διευθυντή του, αγνοώντας επιδεικτικά τον Ριζάκη. Ο διευθυντής βγήκε έξω από το δωμάτιο. Έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα άνοιξε ξανά η πόρτα και μπήκαν μέσα δύο φουσκωτοί. Κουρεμένοι γουλί, με φουσκωμένα μπράτσα και χοντρούς λαιμούς. Οι "μπεϊμπισίτερ" του αφεντικού.

"Παίδες, ο κύριος από 'δω", έδειξε τον Ριζάκη, "θέλει να πληρωθεί" είπε και έσκασε πάλι στα γέλια. Οι μπράβοι χαχάνισαν και αυτοί. "Και θέλει να κάνει και καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας". Τα χαχανητά των "μπεϊμπισίτερ" δυνάμωσαν.

"Ξοφλήστε τον λοιπόν" διέταξε ο Ρουμελιώτης και οι φουσκωτοί κινήθηκαν προς το μέρος του.

"Όπα, παιδιά", σήκωσε ψηλά τα χέρια ο Ριζάκης. 
"Παρεξήγηση έγινε. Δεν έχω καμιά απαίτηση από το αφεντικό."

"Παρεξήγηση ε;" έκανε ο Ρουμελιώτης

Ο Ριζάκης κατευθύνθηκε προς την πόρτα. "Και συγγνώμη δεν ζητάμε;" είπε απειλητικά ο ξενοδόχος. Ο Σίμος κοίταξε μια τον τύπο και μια τους μπράβους του. "Συγγνώμη" ψέλλισε ταπεινωμένος. Ένιωσε το κορμί του βαρύ. Σύρθηκε μέχρι την πόρτα, την άνοιξε και, την ώρα που την έκλεινε, άκουσε πίσω του τον ξενοδόχο να του φωνάζει:

"Τσάο, μπέιμπι".

Κι έτσι, εκείνον τον Σεπτέμβρη του 2014, ο Σίμος Ριζάκης και τα δικαιώματά του επέστρεψαν στην εμβρυακή τους κατάσταση.

Πηγή: www.avgi.gr