Στις ευρωεκλογές του περασμένου Μαΐου, η Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά / Βόρεια Πράσινη Αριστερά (GUE/NGL) αύξησε τις έδρες της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από 35 σε 52, από τις οποίες έξι έδρες ανήκουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Με ποσοστό 6.92%, αποτελεί την πέμπτη κατά σειρά πολιτική δύναμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα και οι σοσιαλδημοκράτες εξακολουθούν να κυριαρχούν στο Ευρωκοινοβούλιο, παρά το γεγονός ότι με τις πολιτικές τους εγκλώβισαν μια ολόκληρη ήπειρο στην παγίδα της ύφεσης, του αποπληθωρισμού και της υπερχρέωσης και την οδήγησαν κάτω από τον έλεγχο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.

Η κρίση που βιώνει η Ευρώπη για έκτη συνεχή χρονιά είναι η ίδια η πολιτική της ευρωπαϊκής Δεξιάς και της μεταλλαγμένης ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, η οποία, αφερέγγυα και ασυνεπής προς τις υποσχέσεις της για αναδιανομή και κοινωνική ισότητα και λαβωμένη από τα οικονομικά σκάνδαλα, «αγκάλιασε» τις νεοσυντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

Παρά την αποτυχία του πειράματός τους, επιμένουν στη νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων που δεν έχουν καμία σχέση με τη δημοσιονομική εξισορρόπηση και την εσωτερική υποτίμηση στα κράτη - μέλη της Ε.Ε., που βυθίζει την Ευρώπη στην ύφεση, ανακυκλώνει την κρίση και έχει οδηγήσει 24.521.000 Ευρωπαίους στην ανεργία - εκ των οποίων 18.347.000 στην Ευρωζώνη.

Όσο για το «στοίχημα» της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπό τον νέο πρόεδρο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, το τριετές πρόγραμμα επενδύσεων, προκειμένου να υπάρξει απορρόφηση, κυρίως των νέων και των μακροχρόνιων ανέργων, από νέες και βιώσιμες επιχειρηματικές δράσεις, αποδείχτηκε πολύ κατώτερο των περιστάσεων. Στην πραγματικότητα, αυτό που παρουσιάστηκε στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου ήταν 16 δισ. ευρώ από τον κοινοτικό προϋπολογισμό και 5 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και μια υπόσχεση για μόχλευση κεφαλαίων σε συνθήκες στασιμότητας της οικονομίας που δεν αντέχει στη βάσανο ούτε της πιο απλής οικονομικής σκέψης.

Η νέα Επιτροπή ακολουθεί τις ίδιες ατελέσφορες οικονομικές κατευθύνσεις και την ίδια υποκριτική στάση στο ζήτημα της πάταξης της φοροδιαφυγής. Ο πρόεδρός της βαρύνεται ήδη από το φορολογικό σκάνδαλο στο Λουξεμβούργο, που στοίχισε στη χώρα μας τεράστια φορολογικά έσοδα, την ίδια στιγμή που οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι οδηγούνται στη φορολογική εξουθένωση.

Άλλωστε, η έντονη ανισορροπία μεταξύ των πιο αναπτυγμένων χωρών του Βορρά και των λιγότερο ανταγωνιστικών οικονομιών του Νότου, με δεδομένο το κοινό νόμισμα, οδηγεί αναπόφευκτα σε μια «άνιση ανταλλαγή» που δεν διορθώνεται με βοήθεια τύπου κοινοτικών κονδυλίων. Ο Νότος δεν μπορεί να καταστεί ανταγωνιστικός, όταν τεράστιοι πόροι μεταφέρονται συστηματικά από τις ελλειμματικές οικονομίες του στις πλεονασματικές χώρες του Βορρά.

Την ίδια στιγμή, η παρουσία της άκρας και λαϊκιστικής Δεξιάς στην Ελλάδα, στη Γαλλία, στη Δανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και στην κάποτε «χώρα-μοντέλο» στην Ευρώπη, τη Σουηδία, είναι περισσότερο από ποτέ ηχηρή και απειλητική. Η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα, η φτώχεια, η διαφθορά, η έλλειψη συνεκτικής ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής, οδηγούν στην άνοδο ακροδεξιών, αντιευρωπαϊκών κομμάτων, που υπονομεύουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Σε αυτό το «κοινό ευρωπαϊκό σπίτι», ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο μοναδικός πολιτικός σχηματισμός της Αριστεράς που έχει φτάσει στο σημείο να βρίσκεται στο κατώφλι της εξουσίας. Μαζί με το νεαρό κόμμα Podemos, που γεννήθηκε από το ισπανικό κίνημα των Αγανακτισμένων μόλις το 2014, αναδεικνύονται οι βασικότεροι αντίπαλοι του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη.

Αν επιβεβαιωθεί η τάση ανόδου των ευρωπαϊκών αριστερών πολιτικών δυνάμεων, θα είναι η πρώτη φορά που η Αριστερά ανακάμπτει στην Ευρώπη, ύστερα από το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού. Η συνολική κατάρρευση του σοβιετικού συστήματος στην Ανατολική Ευρώπη είχε συμπαρασύρει τότε και τις δυνάμεις του ανανεωτικού αριστερού κινήματος στη Δύση.

Το εγχείρημα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ θα βρεθεί αντιμέτωπο με πολλές εσωτερικές και διεθνείς πιέσεις. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί σημείο αναφοράς για την παγκόσμια Αριστερά. Οι προτάσεις μας για την αμοιβαιοποίηση του χρέους και για ένα γενναίο επενδυτικό πακέτο αναπτυξιακών επενδύσεων με έμφαση στην ευρωπαϊκή περιφέρεια είναι βέβαιο ότι θα βρουν αντιστάσεις. Όπως βέβαιο είναι επίσης ότι αυτές οι προτάσεις κερδίζουν έδαφος. Ολοένα και περισσότεροι πείθονται πως η σκληρή και μονόπλευρη λιτότητα δεν οδηγεί σε βιώσιμη έξοδο από την κρίση και σε δημοκρατική ανασύνταξη της Ευρώπης.

Ήδη η ΕΚΤ προχωρά σε κάποιες οριακές, αλλά εμφανείς αναπροσαρμογές, που όμως είναι πολύ λίγες και πολύ αργοπορημένες για να αντιμετωπίσουν την έκταση του προβλήματος.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να καταφέρει να συνδυάσει την κυβερνητική εξουσία με την ταυτόχρονη οικοδόμηση ενός κινήματος δημοκρατικής ανατροπής. Θα πρέπει να κινητοποιήσει μια κοινωνία που κινείται στη λογική του ατομικισμού και της τηλεοπτικής ματαιότητας. Η αντίσταση στη βαρβαρότητα που επελαύνει πάνω από τις ζωές μας δεν θα έρθει μόνο με ψηφο-ανάθεση στο ΣΥΡΙΖΑ. Απαιτείται συμμετοχή, συσπείρωση και πρωτοβουλία όλου του κόσμου της εργασίας. Η στήριξη του εναλλακτικού, ριζοσπαστικού σχεδίου μας από πλατιά κοινωνικά στρώματα είναι προϋπόθεση επιτυχίας του κυβερνητικού εγχειρήματος.

Για να καταφέρουμε όμως να κινητοποιήσουμε την κοινωνία πρέπει να αποδείξουμε ότι δεν είμαστε μια Αριστερά -με τα λόγια του Ζαν Λικ Μελανσόν- «ενάντια στα πάντα, ενάντια σε όλους [...] και ανίκανη να συμφωνήσει πάνω σε οτιδήποτε κάτω υπό οποιεσδήποτε συνθήκες».

Μια αριστερή πολιτική διακυβέρνηση με στόχο την ανάσχεση της πολιτικής λιτότητας και τη συντριβή του ιδεολογικού δόγματος του νεοφιλελευθερισμού μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω συμμαχιών με συγγενείς δυνάμεις και με τη συνεργασία όμορων κοινωνικοπολιτικών χώρων. Άλλωστε οι ιστορικές νίκες της Αριστεράς υπήρξαν ανέκαθεν αποτέλεσμα συμμαχιών με σημαντικά τμήματα του μεσαίου χώρου.

Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, ο ΣΥΡΙΖΑ αναμετράται ήδη με το δύσκολο πρόβλημα της οικοδόμησης θεματικών συμμαχιών με άλλες πολιτικές οικογένειες. Η στρατηγική μας, χωρίς να χάνει το όραμα μιας σοσιαλιστικής Ευρώπης, πρέπει να περιλαμβάνει την υιοθέτηση ενός μακράς πνοής και διάρκειας μεταρρυθμιστικού σχεδίου, σε συνεργασία με άλλες πολιτικές δυνάμεις. Ένα τέτοιο πρόγραμμα περιλαμβάνει γραμμές άμυνας, αλλά και γραμμές υποχώρησης. Και θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι γι' αυτό.

Θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε πολιτικές και να συνεργαστούμε με δυνάμεις που, έστω και με αντιφάσεις και υστερήσεις, υπερασπίζονται την πολιτική δημοκρατία με κοινωνική δικαιοσύνη, δηλαδή το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.

Η εμπειρία του Ευρωκοινοβουλίου έχει αποδείξει ότι οι σοβαρά επεξεργασμένες προτάσεις, ενταγμένες σε μια στρατηγική ενδιάμεσων στόχων, είναι η συνθήκη αποτελεσματικότητας κάθε δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
 
* Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ευρωβουλευτής ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: www.avgi.gr