Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Η ευρωπαϊκή Αριστερά χρειάζεται έναν νέο ορίζοντα

του Ρόναν Μπάρτενσο *

Το 2015 ήταν μια χρονιά που στην ευρωπαϊκή Αριστερά συνέβησαν γεγονότα τα οποία, υπό κανονικές συνθήκες, θα χρειάζονταν μια δεκαετία για να συμβούν.

Σε μόλις λίγους μήνες έχουμε δει την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ, την άνευ προηγουμένου κρίση της Ευρώπη-φρούριο και την εκλογή του Τζέρεμυ Κόρμπυν - για να μην αναφέρω τις νίκες στις δημοτικές εκλογές της Ισπανίας και την ανάπτυξη του Right2Water, του μεγαλύτερου κοινωνικού κινήματος στην ιστορία της Ιρλανδίας.

Περαιτέρω εξελίξεις αναμένονται μετά από το μπαράζ εκλογών στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.

Αλλά, όπως χαιρετίζουμε τις ευκαιρίες που έχουν παρουσιαστεί, έτσι πρέπει να αναγνωρίσουμε και τα μονοπάτια που έχουν κλείσει. Με πιο σημαντικό την ήττα της αριστερής κυβέρνησης στην Ελλάδα, η οποία εγείρει σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη μελλοντική πορεία που θα ακολουθήσει το αναπτυσσόμενο κίνημά μας.

Ένα από τα σημεία τριβής, σ' αυτή τη συζήτηση είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ. Η ευρωπαϊκή Αριστερά είναι διχασμένη, εδώ και καιρό, σε αυτό το θέμα: η πλειοψηφία αντιμετωπίζει την Ε.Ε. ως πεδίο πάλης που θα μπορούσε να κερδηθεί και να ακολουθήσει προοδευτική κατεύθυνση. Η μειοψηφία θεωρεί την ιδιότητα του κράτους-μέλους ως ανυπέρβλητο εμπόδιο για την πορεία προς μια αντι-νεοφιλελεύθερη στρατηγική.

Και τα δύο στρατόπεδα έχουν ισχυρά επιχειρήματα. Η πλειοψηφία, η οποία περιλαμβάνει την ηγεσία των πιο ριζοσπαστικών αριστερών κομμάτων της Ευρώπης, υποστήριζε, όλο αυτό το διάστημα, ότι ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός δεν θα μπορούσε να αμφισβητηθεί αποτελεσματικά στο πλαίσια του έθνους-κράτους. Η μειοψηφία, αντίθετα, υποστήριζε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν μη αναστρέψιμα καπιταλιστική.

Στο τέλος, η τρόικα χρησιμοποίησε αυτό το δίλημμα για να παγιδεύσει την ελληνική κυβέρνηση. Τώρα γνωρίζουμε ότι το τίμημα για την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ είναι η αποδοχή της λιτότητας και της μετα-δημοκρατίας. Ταυτόχρονα, η μόνη εναλλακτική πρόταση σημαίνει μονομερή έξοδο και μοναχική αντιμετώπιση του διεθνούς κεφαλαίου.

Ωστόσο, αυτό το δίλημμα -ψευτοδιεθνισμός ή επιστροφή στο εθνικό κράτος ως το μόνο μονοπάτι εξόδου από τον νεοφιλελευθερισμό- δεν είναι πρόβλημα μόνο της Ελλάδας. Σε άλλα κράτη της ευρωπαϊκής περιφέρειας, όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία, θέτει σοβαρούς περιορισμούς στις προοπτικές της ανάπτυξης αριστερών κινημάτων. Στη Βρετανία, με τις νέες προοπτικές των Εργατικών του Κόρμπυν δημιουργείται μια εξαιρετικά προβληματική δυναμική ενόψει του επερχόμενου δημοψηφίσματος για την Ε.Ε., προσφέροντας ιδανικό έδαφος για ένα στενό διάλογο μεταξύ της εθνικιστικής Δεξιάς και των κοσμοπολιτών νεοφιλελεύθερων.

Είναι, λοιπόν, επείγουσα ανάγκη η ευρωπαϊκή Αριστερά να σπάσει αυτό το δίπολο και να οικοδομήσει έναν νέο ορίζοντα που θα επιδιώκει την υπέρβαση των περιορισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του έθνους-κράτους. Γι' αυτό χρειαζόμαστε μια συζήτηση για την εναλλακτική οικονομία και τις πολιτικές οργανώσεις.

Οι περιορισμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Μια συζήτηση για ένα νέο είδος πολιτικής και οικονομικής ένωσης της Ευρώπης μπορεί να ξεκινήσει μέσα στους περιορισμούς της Ε.Ε. Μεγάλο μέρος της συζήτησης σχετικά με αυτούς, το 2015, έχει επικεντρωθεί στο πιο σημαντικό εργαλείο της Ε.Ε.: το ευρώ. Ένα από τα πιο «δεξιά» νομίσματα που έχουν σχεδιαστεί ποτέ, εμφανιζόμενο στο ναδίρ του καπιταλιστικού θριάμβου, με τα ελαττώματά του να είναι πλέον ευρέως γνωστά: απουσία ενός δανειστή «εσχάτης προσφυγής», εστίαση της ΕΚΤ στον πληθωρισμό για τον περιορισμό της ανεργίας, τεχνητή υποτίμηση που επέτρεψε στην εξαγωγική οικονομία της Γερμανίας να υποσκάψει την ευρωζώνη.

Όμως, οι περιορισμοί της Ε.Ε. δεν αρχίζουν και δεν τελειώνουν με τη νομισματική ένωση. Ούτε είναι απλώς ζήτημα ισορροπίας δυνάμεων στην Ευρώπη μια δεδομένη στιγμή. Η ίδια η δομή της Ε.Ε. αποτελεί εμπόδιο για την πρόοδο των κινημάτων μας.

Από την έναρξη της οικονομικής ολοκλήρωσης, η Ε.Ε. έχει ακολουθήσει πολιτικές υπέρ των αγορών, πρωτίστως με την κατοχύρωση της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων με την Συνθήκη του Μάαστριχτ. Οι πολιτικοί θεσμοί της είναι, όπως έγραψε ο πολιτικός επιστήμονας Peter Mair, σχεδιασμένοι για «απομόνωση της λήψης αποφάσεων» από τη λαϊκή συμμετοχή. Η διαίρεσή της σε πυρήνα και περιφέρεια, η οποία επιτάθηκε από την κρίση του 2008, παρέχει λίγες ελπίδες για ανάπτυξη ή κοινωνική δικαιοσύνη όχι μόνο στα PIIGS, αλλά και την «άλλη περιφέρεια», της ανατολικής Ευρώπης.

Η ευρωενωσιακή ιδεολογία έχει επίσης αποδειχθεί ότι αποτελεί εμπόδιο για προοδευτική αλλαγή. Ενώ κάποτε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής Αριστεράς τη θεωρούσε σαν ένα σκαλοπάτι προς τον διεθνισμό, αυτό το καλοκαίρι έχει εκπέσει σε μια ιδεολογία που λειτουργεί ως μέσο δικαιολόγησης του βορειοευρωπαϊκού εθνικισμού στο όνομα των θεσμών της Ε.Ε. και ως εργαλείο ενίσχυσης της διαχωριστικής γραμμής μεταξύ της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου, καθώς οι πρόσφυγες πνίγονται στη Μεσόγειο.

Το αδιέξοδο του έθνους-κράτους

Εκείνοι που επιδιώκουν μια λύση εναλλακτική τής Ευρωπαϊκής Ένωσης, με πιο χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα τη Λαϊκή Ενότητα στην Ελλάδα, έχουν την τάση να επικεντρώνονται σε ένα αριστερό πρόγραμμα εντός του έθνους-κράτους.

Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης δέχονται ότι μια τέτοια στρατηγική θα σήμαινε μια γρήγορη επιτάχυνση της ταξικής πάλης. Στο ελληνικό πλαίσιο, αυτό θα σήμαινε εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, κεντρικό σχεδιασμό σε βασικούς τομείς της οικονομίας όπως η γεωργία και μεγάλης κλίμακας απαλλοτρίωση των καπιταλιστών. Ακόμα και αν το σχέδιο αυτό πραγματοποιηθεί με επιτυχία, είναι πιθανό ότι θα υπάρξει μια παρατεταμένη περίοδο με δελτία, σοβαρές ελλείψεις στα νοσοκομεία και σημαντικές αδυναμίες στην προσπάθεια για μια αριστερή διαχείριση της οικονομίας, καθώς η κρατική μηχανή υποφέρει από χρόνια ανεπάρκεια, πελατειακές σχέσεις και νεοφιλελεύθερη κοσμοθεωρία.

Χωρίς καμιά σημαντική πηγή χρηματοδότησης σε διεθνές επίπεδο, είναι δύσκολο να δούμε πώς ακόμη και με ένα προοδευτικό Grexit -το οποίο προϋποθέτει κινητοποίηση και οργάνωση της εργατικής τάξης σε μια πολύ μεγαλύτερη κλίμακα από ό,τι υπάρχει σήμερα στην Ελλάδα- θα μπορούσε να αποφευχθεί το βαρύ κοινωνικό κόστος.

Ωστόσο, για εκείνους που πιστεύουν ότι η δυσκολία τής εθνικής εναλλακτικής λύσης προκύπτει από τις ιδιαιτερότητες της Ελλάδας, η Ιρλανδία παρέχει ένα παράδειγμα επί του αντιθέτου. Μια έξοδος της Ιρλανδίας θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς πρόγραμμα διάσωσης και με μια πολύ ισχυρότερη εξαγωγική βάση. Αλλά με τον γεωργικό της τομέα λαβωμένο από την αποτυχία της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) και με νέα εμπόδια στο εμπόριο με την ηπειρωτική Ευρώπη που θα προέκυπταν από την έξοδο από την Ε.Ε, είναι πολύ πιθανό ότι μια ιρλανδική έξοδος θα καθιστούσε το νησί επαρχία του αγγλοαμερικανικού κεφαλαίου.

Η πρόταση για επιστροφή στο έθνος-κράτος, αφήνει επίσης την Αριστερά εκτεθειμένη απέναντι στην ανερχόμενη εθνικιστική Δεξιά. Ο συντηρητικός ευρωσκεπτικισμός έχει χτίσει μια αποτελεσματική αφήγηση πάνω σ' αυτό το έδαφος: ισχυρά έθνη-κράτη ως εναλλακτική λύση στην παγκοσμιοποίηση. Το σχέδιό του είναι πολύ διαφορετικό από το δικό μας, αλλά είναι σε θέση να υιοθετήσει ρητορικά πολλές αριστερές προτάσεις, συνδυάζοντάς τες με ρατσιστικές αντιδράσεις, που θα είναι δύσκολο να τις αντιμετωπίσουμε , εφόσον θα είμαστε ταγμένοι στην υπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας.

Προς μια Εναλλακτική Οικονομική και Πολιτική Ένωση

Φυσικά, οι περισσότεροι υποστηρικτές της πρόσφατης στρατηγικής εξόδου από την Ευρωπαϊκή Ένωση είμαστε διεθνιστές και δεν μένουμε ικανοποιημένοι με την προσπάθεια οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μία μόνο χώρα. Αλλά έχουν γίνει ελάχιστα βήματα ανάλυσης όσον αφορά το ποια θα ήταν η διεθνιστική - εναλλακτική προς την Ευρωπαϊκή Ένωση λύση.

Το έδαφος δεν ήταν ποτέ πιο πρόσφορο για ένα ευρωπαϊκό κίνημα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε να εμβαθύνει -χάρη στην εναρμόνιση των μορφών της καπιταλιστικής ανάπτυξης, την καθιέρωσης της ελεύθερης κυκλοφορίας και, πιο πρόσφατα, τα κοινά σημεία της κρίσης- τους δεσμούς μεταξύ των Ευρωπαίων. Οι σημαντικές κινητοποιήσεις αλληλεγγύης προς την Ελλάδα, σε όλη την Ευρώπη, και το πανευρωπαϊκό κίνημα υπέρ των προσφύγων που ακολούθησε, το αποδεικνύουν.

Αλλά με ποιο τρόπο θα πρέπει να προσεγγίσει την πολιτική επανίδρυση της ηπείρου ένα ευρωπαϊκό προοδευτικό κίνημα;

Ένα πρόσφατο παράδειγμα, το οποίο προσφέρεται για χρήσιμους παραλληλισμούς, είναι η εμπειρία της Λατινικής Αμερικής. Από τη δεκαετία του 1990, η διαδικασία της περιφερειακής ολοκλήρωσής της έχει παραγάγει περισσότερη και όχι λιγότερη δημοκρατία και ανάπτυξη, ενίσχυση της λαϊκής κυριαρχίας, αντιμετώπιση της φτώχειας και δημιουργία μιας πλατφόρμας για πολλές αριστερές εναλλακτικές λύσεις.

Ένα μάθημα από τη Λατινική Αμερική είναι ότι η διαδικασία αυτή δεν έχει πραγματοποιηθεί μέσα από έναν μοναδικό οργανισμό. Αντίθετα, υπήρξε προϊόν διαφοροποιούμενης ένωσης.

Η ALBA, μια πολιτική και οικονομική ένωση των πιο προοδευτικών χωρών της Λατινικής Αμερικής, στηρίζεται στην αμοιβαία οικονομική βοήθεια και έχει πολλές ομοιότητες με την αναπτυσσόμενη αλληλέγγυα οικονομία της Ευρώπης. Ανάμεσα σε άλλα, έχει αναπτύξει μέσα ενημέρωσης όπως το Telesur για την αντιμετώπιση των προκλήσεων των δεξιών μέσων και σφυρηλατεί τους δεσμούς μεταξύ των κρατικοποιημένων εταιρειών πετρελαίου (Petrocaribe, Petrosur).

Η Mercosur λειτουργεί ως τελωνειακός και εμπορικός συνασπισμός, η CELAC είναι μια εναλλακτική στον κυριαρχούμενο από τις ΗΠΑ Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών, που προωθεί την περιφερειακή κυριαρχία σε πολιτικό επίπεδο. Η Banco del Sur θα είναι μια αναπτυξιακή τράπεζα, με επίκεντρο τα κοινωνικά προγράμματα και τις υποδομές. Υπάρχει ακόμη και η SUCRE, ένα νόμισμα που σχεδιάζεται με στόχο να κάμψει τη ισχύ του αμερικανικού δολαρίου στην περιοχή.

Ένα τέτοιο σημείο εκκίνησης είναι ουσιαστικό για τις συζητήσεις που πρέπει να γίνουν στην ευρωπαϊκή Αριστερά σχετικά με το πώς οικοδομούνται περιφερειακές εναλλακτικές λύσεις στο εμπόριο, το νόμισμα και την εξωτερική πολιτική.

Νέος ορίζοντας

Αλλά το πιο σημαντικό μάθημα της Αριστεράς της Λατινικής Αμερικής είναι ότι τέτοιου είδους εξελίξεις δεν προέρχονται από προκαθορισμένα τεχνοκρατικά σχέδια. Προκύπτουν όταν οι αυξανόμενοι αγώνες από τα κάτω συναντιούνται σε ένα νέο ορίζοντα και μια στρατηγική που μπορεί να τους ενώσει.

Ο μπολιβαρισμός προσέφερε στην Λατινική Αμερική την προοπτική μιας δημοκρατικής, κυρίαρχης και κοινωνικής ηπείρου, ενώ πρόσφερε επίσης μια αντιιμπεριαλιστική βάση για τη δημιουργία νέων θεσμών.

Εμείς, για να τερματιστεί το δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι αριστερές κυβερνήσεις -παραμένουμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση με λιτότητα ή φεύγουμε αντιμετωπίζοντας μόνοι μας το διεθνές κεφάλαιο- χρειαζόμαστε ένα νέο πλάνο που θα φέρει αντιμέτωπους τους απλούς Ευρωπαίους με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ένα τέτοιο σχέδιο μπορεί να πει ειλικρινά ότι μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή και αυτό αποδεικνύεται από το αυξανόμενο κύμα των προοδευτικών δυνάμεων σε ολόκληρη την ήπειρο.

Μπορεί να υποστηρίξει τη διεθνιστική υπόθεση χωρίς να είναι δέσμια της Ευρώπης-φρούριο και του ευρώ, να διαφωνήσει με τη λιτότητα χωρίς να προτείνει την εθνική απομόνωση.

Μπορεί να σηκώσει το λάβαρο της ελεύθερης κυκλοφορίας ανθρώπων, χωρίς να είναι η άλλη πλευρά ενός νομίσματος που υποστηρίζει τις ρατσιστικές και αυταρχικές πολιτικές συνόρων για τους μη Ευρωπαίους.

Μπορεί να προσβλέπει σε μια σοσιαλιστική οικονομία του 21ου αιώνα και όχι την επιστροφή στο έθνος-κράτος, με στόχο τον εκδημοκρατισμό του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και της παραγωγής σε διεθνές επίπεδο.

Μπορεί να υποστηρίξει μια εναλλακτική πολιτική και οικονομική ένωση δημοκρατίας και ανάπτυξης, μια ένωση που να εκπληρώνει τις επιθυμίες των κινημάτων που αγωνίζονται κατά του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας.

Αυτά είναι τα είδη των προκλήσεων που πρέπει να είμαστε σε θέση να βάλουμε στις προσεχείς εκλογές και τα δημοψηφίσματα. Για να τα κάνουμε πραγματικότητα, χρειαζόμαστε έναν νέο ορίζοντα.

* Ο Ronan Burtenshaw είναι δημοσιογράφος, αντιπρόεδρος της επιτροπής νεολαίας του Irish Congress of Trade Unions και συν-συντονιστής του Greek Solidarity Committee στην Ιρλανδία.

Πηγή: aristerovima.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου