Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

«Οργανώνοντας τους αγώνες του συνδικαλιστικού κινήματος»: H ομιλία της Κωνσταντίνας Κούνεβα στην εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ

Στην Ελλάδα των μνημονίων, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η κατεδάφιση των εργατικών
δικαιωμάτων, που επιβλήθηκε στο όνομα της κρίσης και της ανταγωνιστικότητας, έχουν μετατρέψει το εργατικό δίκαιο σε δίκαιο «έκτακτης ανάγκης».

Έχουν οδηγήσει τη χώρα σε ένα εργασιακό μεσαίωνα, όπως λέμε, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, αλλά σε μεγάλο βαθμό και στον δημόσιο τομέα.

Τα μέτρα που επέβαλαν τα μνημόνια είναι και βάρβαρα, και άδικα, και αποτυχημένα. Έχουν βυθίσει τον κόσμο της εργασίας στη φτώχεια και στην ανεργία. Έχουν προκαλέσει ανθρωπιστική κρίση, πρωτοφανή για ευρωπαϊκή χώρα σε καιρό ειρήνης.

*** * ***
Πώς αντιμετώπισε το συνδικαλιστικό κίνημα αυτή την κατάσταση; Νομίζω ότι το ξέρουμε όλοι εδώ. Το ξέρουν ακόμη και εργαζόμενοι που δεν ανήκουν στα συνδικάτα.

Το συνδικαλιστικό κίνημα βρέθηκε απροετοίμαστο, κατακερματισμένο, συρρικνωμένο, ανίκανο να αντιδράσει, απαξιωμένο στα μάτια των εργαζομένων.

Οι «αρρώστιες» του είναι γνωστές: συντεχνιακή δράση, γραφειοκρατία, κομματική χειραγώγηση, ηγεσίες που δεν εκπροσωπούν αληθινά τους εργαζόμενους. Ηγεσίες που συχνά ταυτίζονται με τους εργοδότες, τις κυβερνήσεις, ακόμη και με το ευρωπαϊκό κατεστημένο.

Είδαμε τι έγινε στο δημοψήφισμα, που υπήρχαν ομοσπονδίες που τάχθηκαν υπέρ του ΝΑΙ, μαζί με τις εργοδοτικές οργανώσεις. Ήταν αληθινή ντροπή για συνδικάτα και συνδικαλιστές.

*** * ***
Μπορούσε αυτό το συνδικαλιστικό κίνημα, με αυτές τις «αρρώστιες», να βοηθήσει τους εργαζόμενους να αντισταθούν; Όχι, βέβαια. Με λίγες εξαιρέσεις υποδειγματικών αγώνων που ξεκίνησαν από τους ίδιους τους εργαζόμενους, όπως έγινε με τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών, οι μεγάλες ομοσπονδίες, η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ αποφάσιζαν απλώς να προκηρύξουν μερικές απεργίες, χωρίς την παραμικρή προετοιμασία, που στο τέλος είχαν ελάχιστη συμμετοχή.

Έτσι, όμως, το μόνο που έκαναν είναι ότι έσπρωχναν τους εργαζόμενους να πιστέψουν ότι οι αγώνες γίνονται για τα μάτια του κόσμου. Ότι δεν έχουν κανένα νόημα και κανένα αποτέλεσμα.

Κι είναι κρίμα, γιατί το ίδιο διάστημα φάνηκε ότι οι εργαζόμενοι, όπως και οι άνεργοι, είχαν διάθεση για αλλαγές και αγώνες. Αναρωτιέμαι: δεν είναι παράξενο τόσος κόσμος της εργασίας να έχει στραφεί στην αριστερά και την ίδια στιγμή το συνδικαλιστικό κίνημα να είναι ναρκωμένο, σχεδόν ανύπαρκτο;

*** * ***
Είμαστε σε ένα «σημείο μηδέν». Στο συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να αλλάξουμε πολλά, να το θεμελιώσουμε από την αρχή. Αλλά όχι με τον τρόπο που εννοεί η τρόικα. Αλλά με βάση τις ανάγκες, τις αγωνίες και τις δυνατότητες των ίδιων των εργαζόμενων και των ανέργων.

Το ξέρω και από τη δική μου συνδικαλιστική εμπειρία: Οι εργαζόμενοι υπερασπίζονται καλύτερα ένα συνδικάτο που έχουν στήσει οι ίδιοι, έναν αγώνα που έχουν ξεκινήσει μόνοι τους, και όχι μια απόφαση που τους έρχεται «από πάνω», από μια συνδικαλιστική ηγεσία ανθρώπων που μπορεί και να μη δουλεύουν. Δεν θέλουμε επαγγελματίες συνδικαλιστές, θέλουμε συνδικαλισμένους εργαζόμενους.

Για να κάνουμε αυτή τη ριζική αλλαγή στο συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να στηριχτούμε στη βάση. Πρέπει να ρίξουμε το βάρος στα συνδικάτα βάσης, στα πρωτοβάθμια σωματεία.

Θέλουμε να είναι μαζικά, να παίρνουν τις αποφάσεις συλλογικά, με άμεση δημοκρατία. Θέλουμε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να καθορίζουν τις μορφές του αγώνα τους. Γιατί οι ίδιοι ξέρουν τι αντέχουν να κάνουν κάθε φορά, πώς θα ξεπεράσουν την τρομοκρατία του εργοδότη, πώς θα συντονιστούν μέσα σε έναν κλάδο ή σε μια περιοχή, ή σε όλη τη χώρα.

Πρέπει να βοηθήσουμε τους εργαζόμενους να νιώσουν την αξία της συλλογικής δράσης, με αυτονομία και ανεξαρτησία από κομματικές, κυβερνητικές ή εργοδοτικές εξαρτήσεις. Δεν λέω ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε, εδώ και τώρα, τη ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ, τις ομοσπονδίες. Αλλά το βάρος πρέπει να το δώσουμε στη βάση.

*** * ***
Τώρα, να περάσουμε στην άλλη πλευρά του θέματός μας. Λέμε ότι θέλουμε να αλλάξουμε πολλά στα συνδικάτα.

Αλλά γιατί το θέλουμε αυτό; Πολλοί θα πουν: «Εσείς είστε ΣΥΡΙΖΑ, τώρα έχετε την κυβέρνηση, τι τα θέλετε τα συνδικάτα, αφού η κυβέρνηση λέει ότι θα λύσει τα προβλήματα;».

Νομίζω ότι όλοι εδώ μέσα καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Κι ίσως ένας από τους λόγους που αυτή η κυβέρνηση της Αριστεράς υποχρεώθηκε να δεχτεί ένα ακόμη Μνημόνιο είναι ότι όλους αυτούς τους τελευταίους μήνες το συνδικαλιστικό κίνημα παρακολουθούσε σχεδόν σιωπηλό τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.

Τώρα έχουμε μια νέα κατάσταση. Έχουμε μπροστά μας το τρίτο Μνημόνιο, που έχει πάρα πολλά ανοιχτά κεφάλαια που αφορούν τους εργαζόμενους: το ασφαλιστικό και το συνταξιοδοτικό, τα εργασιακά και τις συλλογικές συμβάσεις, τις ομαδικές απολύσεις. Τι θα κάνουμε με αυτά ως κυβέρνηση, ως ΣΥΡΙΖΑ, και ως συνδικάτα.

Έχω μια απλή απάντηση σ’αυτό: Η κυβέρνηση θα κάνει τη δουλειά της, ο ΣΥΡΙΖΑ τη δική του δουλειά, και τα συνδικάτα τη δική τους δουλειά. Ακόμη κι αν χρειάζεται να συγκρούονται με την κυβέρνηση για να υπερασπίσουν το δίκιο των εργαζόμενων.

*** * ***
Να τα δούμε ένα ένα:

Συλλογικές συμβάσεις. Δεν νομίζω ότι στα συνδικάτα υπάρχει δεύτερη κουβέντα σ’ αυτό. Θέλουμε αποκατάσταση της ελευθερίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Δηλαδή, το δικαίωμα οι εργαζόμενοι με τα συνδικάτα τους να διαπραγματεύονται με τους εργοδότες τους μισθούς και τα άλλα εργατικά δικαιώματα.

Κατώτατος μισθός. Η ελευθερία των συμβάσεων, όταν έχεις ανεργία 25%, έχει και ένα μεγάλο κίνδυνο: οι εργαζόμενοι να δέχονται μικρότερους μισθούς και λιγότερα δικαιώματα προκειμένου να κρατήσουν τις δουλειές τους. Γι’ αυτό χρειάζεται το κράτος να ορίζει ένα ελάχιστο μισθό για όλους. Προσέξτε! Όχι ένα «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα», που είναι ένα φιλοδώρημα φτώχειας, αλλά κατώτατο μισθό με βάση τουλάχιστον τις συμβάσεις που ίσχυαν πριν λίγα χρόνια.

Ομαδικές απολύσεις. Είναι παράλογο σε μια χώρα με 1,5 εκατομμύριο ανέργους να συζητιέται η πλήρης απελευθέρωση των απολύσεων. Είναι ήδη ζούγκλα η αγορά εργασίας, τι παραπάνω θέλουν οι δανειστές;

Συνδικαλιστική νομοθεσία. Χρειάζεται αλλαγές; Ναι, αλλά όχι αυτές που εννοούν οι δανειστές, δηλαδή να μπουν περιορισμοί στο δικαίωμα στην απεργία. Εγώ σκέφτομαι τρεις βασικές ανάγκες για αλλαγές στη συνδικαλιστική νομοθεσία από τη σκοπιά των εργαζομένων:

Πρώτον, και το πιο σημαντικό. Δεν θέλουμε τα συνδικάτα μόνο για να καταγγέλλουν ή για να συζητάνε με τους κοινωνικούς εταίρους, το κράτος και τους εργοδότες. Θέλουμε να έχουν λόγο στην τήρηση της εργατικής νομοθεσίας και των δικαιωμάτων. Να μπορούν να παρακολουθούν, για παράδειγμα, τους ελέγχους των Επιθεωρήσεων Εργασίας. Έτσι, ο εργαζόμενος θα καταλαβαίνει πόσο σημαντικό είναι να συμμετέχει στο συνδικάτο του, μέσα στον χώρο δουλειάς. Υπάρχουν καλά παραδείγματα συνδικαλιστικής νομοθεσίας, όπως στο Βέλγιο, που μπορούμε να αξιοποιήσουμε.

Δεύτερον, θέλουμε να αναγνωριστεί στα συνδικάτα να έχουν λόγο στην πιστοποίηση των επαγγελμάτων. Δεν μπορεί να έρχεται ο ΟΟΣΑ ή η τρόικα και να μας ορίζει ποιος δικαιούται να είναι γιατρός, δικηγόρος, οικοδόμος, καθαριστής ή οικιακός βοηθός και να μην έχουν λόγο σε αυτό τα συνδικάτα των εργαζομένων.

Τρίτον. Να έχουν λόγο τα συνδικάτα στο ασφαλιστικό και το συνταξιοδοτικό. Οι εργαζόμενοι για δεκαετίες πληρώνουν με τη δουλειά τους τις εισφορές που τους αναλογούν. Πώς είναι δυνατό να μην έχουν οι ίδιοι και τα συνδικάτα τους λόγο στις αλλαγές στο ασφαλιστικό, στις συντάξεις, στα Ταμεία τους που έχουν λεηλατηθεί και να έχουν λόγο το ΔΝΤ, οι ευρωπαίοι δανειστές ή κάποιες «επιτροπές σοφών»; Αυτοί είναι «σοφοί» και οι εργαζόμενοι είναι «ανόητοι»; Δυστυχώς, τα συνδικάτα έχουν παραιτηθεί από αυτό το δικαίωμα εδώ και χρόνια. Και είναι σαν να εγκαταλείπουν τελείως τους εργαζόμενους που είναι κοντά στη σύνταξη ή τους ήδη συνταξιούχους.

*** * ***
Αυτές είναι οι δικές μας «κόκκινες γραμμές»- για να πω μια φράση της μόδας- στις διαπραγματεύσεις που έχει μπροστά της η κυβέρνηση.

Ακούμε να λένε ότι σε αυτές τις διαπραγματεύσεις θα αναζητηθούν οι «βέλτιστες πρακτικές» που ακολουθούνται στην Ευρώπη. «Βέλτιστες πρακτικές» για ποιον; θα ρωτούσα εγώ. Και θα απαντούσα ότι μας ενδιαφέρουν οι καλύτερες πρακτικές προς το συμφέρον των εργαζόμενων.

Το λέω αυτό γιατί ακούμε ότι και η Κομισιόν έχει φιλοδοξίες να επιβάλει κάποιους ελάχιστους κοινούς κανόνες στην εργατική πολιτική της Ε.Ε. Είπε προχθές ο κ. Γιούνκερ ότι θα φέρει ένα σχέδιο την επόμενη Άνοιξη, «έναν πυλώνα ελάχιστων κοινών εργασιακών δικαιωμάτων, ένα προστατευτικό δίχτυ στην αγορά εργασίας».

Καλοδεχούμενη η πρωτοβουλία. Αλλά εγώ την ακούω με κάποιο φόβο. Για να το πω απλά, ποια χώρα θα είναι το κριτήριο αυτών των «ελάχιστων κανόνων»; Το Λουξεμβούργο ή η Ρουμανία; Γιατί, πολύ φοβάμαι ότι ο στόχος αυτού του σχεδίου του Γιούνκερ είναι η σύγκλιση των εργασιακών κανόνων προς τα κάτω. Και, δυστυχώς, όπως ξέρουμε, στην Ελλάδα έχει γίνει ένα τεράστιο πείραμα για το πώς μπορεί αυτό να το πετύχουν.

*** * ***
Τελειώνοντας, θέλω να προσθέσω κάτι ακόμη. Μια δουλειά των συνδικάτων και των εργαζόμενων είναι, φυσικά, να υπερασπίσουν τα δικαιώματά τους στα θέματα που πηγάζουν από το τρίτο Μνημόνιο.

Υπάρχει, όμως, και μια άλλη, πολύ πιο δύσκολη δουλειά, που δεν βρίσκεται σε καμιά ατζέντα, αλλά είναι η εφιαλτική πραγματικότητα για χιλιάδες εργαζόμενους. Η αγορά εργασίας έχει γίνει ζούγκλα.

Κι ένα από τα προβλήματα σ’ αυτή τη ζούγκλα είναι η απλήρωτη εργασία. Πάνω από 1.200.000 εργαζόμενοι, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, αντιμετωπίζουν αυτό το καθεστώς σύγχρονης δουλείας. Να δουλεύεις κανονικά και ο εργοδότης να σου χρωστάει 3 μήνες, 6 μήνες, ακόμη και ενός χρόνου μισθούς. Να τρέχεις στην επιθεώρηση εργασίας, να πηγαίνεις στα δικαστήρια και να περιμένεις χρόνια για να πάρεις μια δικαστική απόφαση που σε δικαιώνει. Αλλά όταν την κερδίζεις να μη μπορείς να κάνεις τίποτα. Γιατί ο εργοδότης έχει εξαφανιστεί, έχει αλλάξει εταιρεία.

Θα σας πω ένα προσωπικό παράδειγμα, πολύ επίκαιρο. Το 2006, μαζί με κάποιες συναδέλφους μου στην ΟΙΚΟΜΕΤ, είχαμε κάνει αγωγή κατά της εταιρείας για δεδουλευμένα από υπερωρίες που παράνομα δεν μας είχε δώσει. Κερδίσαμε κάτι από την πρώτη δίκη, αλλά ο εργοδότης έκανε έφεση που δικάζεται, ξέρετε πότε; Αύριο!

Δέκα ολόκληρα χρόνια για να πάρεις κάτι που δικαιούσαι, που είναι αυτονόητο. Υπάρχουν χιλιάδες τέτοιες δικαστικές υποθέσεις και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι που είναι σε ανάλογη θέση. Χιλιάδες δικαστικές αποφάσεις παραμένουν ανεκτέλεστες, και αφορούν απλήρωτα δεδουλευμένα, άδειες, επιδόματα, αποζημιώσεις, ασφαλιστικές εισφορές.

Η μόνη «συνεπής» στάση πληρωμών που βιώνουμε ως χώρα και ως συνδικαλιστικό κίνημα, είναι η στάση πληρωμών της εργοδοσίας προς τους εργαζόμενους και τα ασφαλιστικά ταμεία. Παρά τις διαρκείς μειώσεις μισθών, των αποζημιώσεων, των υπερωριών, των επιδομάτων πολυετίας κλπ, η απλήρωτη και η αδήλωτη (μαύρη) εργασία έγιναν η νέα κανονικότητα στην εργασιακή ζούγκλα.

Συμβαίνει σε όλους τους κλάδους. Ακόμη και στον τουρισμό που κάνει κάθε χρόνο ρεκόρ από καινούργιους τουρίστες. Ρεκόρ τουριστών με ρεκόρ απλήρωτων εργαζόμενων. Συνεργάτιδά μου στο γραφείο της Αθήνας έχει ετοιμάσει μια πολυσέλιδη έρευνα για αυτό το απαράδεκτο φαινόμενο. Και θα σας πρότεινα να τη δείτε, να την εμπλουτίσετε, να την αξιοποιήσετε. Και να διαμορφώσετε ειδικά αιτήματα γι’ αυτό το ΑΙΣΧΟΣ της απλήρωτης εργασίας.

Για όλα τα άλλα χρέη γίνονται ρυθμίσεις. Ρυθμίζονται τα χρέη των επιχειρήσεων στις τράπεζες, στην εφορία, στα ασφαλιστικά ταμεία, ίσως ρυθμιστεί και το χρέος του κράτους προς τους δανειστές. Με αυτό το χρέος ποιος θα ασχοληθεί; Αυτό το χρέος της εργοδοσίας στην εργασία ποιος θα το πληρώσει;

Σας προτείνω, λοιπόν, όσοι είστε στα συνδικάτα, να προσθέσετε αυτό το στοιχείο στην ατζέντα των διεκδικήσεων. Κι εγώ και οι συνεργάτες μου είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε και εδώ και στο Ευρωκοινοβούλιο. Καταθέσαμε και ερώτηση στην Κομισιόν γι’ αυτό, αλλά η απάντηση είναι απάντηση «Πόντιου Πιλάτου».

Να απαιτήσουμε από την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει την απλήρωτη εργασία. Να ζητήσουμε να καταγράφεται, να ελέγχεται και να έχει άμεσες επιπτώσεις στους εργοδότες. Και κυρίως να εξασφαλίσουμε ότι αυτό το χρέος δεν θα διαγράφεται, αλλά θα πληρώνεται. Αλλά, σε αυτή τη ζωή, όχι στην επόμενη.

Σας ευχαριστώ.

Κωνσταντίνα Κούνεβα

Πηγή: toideologio.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου