Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Η ταινία «Django, ο Τιμωρός» προβάλλεται στο πρ. Κάμπινγκ Βούλας, την Παρασκευή 8 Απριλίου στις 8.30μμ

Το αμερικάνικο γουέστερν του 2012, διάρκειας 165’, του Κουεντίν Ταραντίνο «Django, ο Τιμωρός» θα προβληθεί την Παρασκευή 8 Απριλίου στις 8.30 το βράδυ στο Αυτοδιαχειριζόμενο πρ. Κάμπινγκ της Βούλας.

Η προβολή γίνεται στο κτίριο που βρίσκεται δίπλα στην πύλη των πεζών και η είσοδος είναι δωρεάν.

Σκηνοθεσία: Κουεντίν Ταραντίνο
Πρωταγωνιστούν: Τζέιμι Φοξ, Κριστόφ Γουόλτς, Σάμιουελ Λ. Τζάκσον, Λεονάρντο Ντι Κάπριο, Κερτ Ράσελ

Λίγα λόγια για την ταινία από το myfilm.gr:

Δύο χρόνια πριν ξεσπάσει ο αμερικανικός εμφύλιος, ο Django, ένας μαύρος σκλάβος από τον Νότο (Jamie Foxx) συναντά τον Γερμανό κυνηγό επικηρυγμένων/οδοντίατρο Dr. King Schultz (Christoph Waltz), ο οποίος ακολουθεί τα ίχνη των φονικών αδελφών Brittles.

Καθώς μόνο ο Django μπορεί να τον οδηγήσει σε αυτούς,
ο ανορθόδοξος Schultz συνεργάζεται μαζί του με την υπόσχεση ότι θα τον ελευθερώσει με το πέρας της αποστολής. Αφού πετύχουν το σκοπό τους, ο Schultz απελευθερώνει τον Django και οι δύο τους αποφασίζουν να συνεχίσουν την καταδίωξη των πιο γνωστών εγκληματιών του νότου.

Στο μεταξύ ο Django ακονίζει τα μαχαίρια του για τον δικό του σκοπό: τη σωτηρία της Broomhilda (Kerry Washington), της γυναίκας του που έχασε σε σκλαβοπάζαρο πριν από καιρό. Η έρευνα του Django και του Schultz τους οδηγεί στον Calvin Candie (Leonardo DiCaprio), τον ιδιοκτήτη της “Candyland” μιας κακόφημης φυτείας, όπου οι σκλάβοι παλεύουν μεταξύ τους μέχρι θανάτου.

Η παρουσία των δύο πρωταγωνιστών τραβάει την προσοχή του Stephen (Samuel L.Jackson), που είναι ο έμπιστος του Candie. Ο κλοιός αρχίζει να σφίγγει γύρω τους και οι δυο σύντροφοι θα πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στη θυσία και την επιβίωση.

Περισσότερα:

Λένε πως το γουέστερν, όπως και το αμφιλεγόμενο παρακλάδι του σπαγγέτι γουέστερν, είναι το πιο κωδικοποιημένο είδος του σινεμά. Με αυστηρά οριοθετημένο τόπο, χρόνο, σκηνικό, ήρωες, εξαρτήματα και θέμα το γούεστερν στα μάτια του Tarantino μάλλον πήγαινε γυρεύοντας.

Γνωστός για την ικανότητα του να αποθεώνει τις αγαπημένες του cult ταινίες -από τον καιρό που δούλευε σε βίντεο κλαμπ-, ενώ ταυτόχρονα τις υπονομεύει, ο Tarantino επιστρέφει με την όγδοη ταινία της καριέρας του πασπαλίζοντας το γούεστερν με τόσες αναφορές που όχι μόνο αποφορτίζουν το σημείο εκκίνησης τους, αλλά ξεπερνάνε σε θράσος και σινεφιλική φαντασία οποιοδήποτε είδος έχει καταπιαστεί με το θέμα της εκδίκησης και της παραβατικότητας.

Ο ίδιος ο Tarantino, επίσης, ξέρει πολύ καλά να σκοτώνει. Με σαφή προτίμηση στην πατροκτονία, τιμά τις κινηματογραφικές του καταβολές και αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό Sergio Corbucci, μόνο και μόνο για να παρουσιάσει ένα αιρετικό γουέστερν νοθεύοντας το dna αυτού που ξέρουμε μέχρι σήμερα ως γουέστερν, με blaxploitation αναφορές και άλλους πολλούς αναχρονισμούς.

Έτσι, στο southern του (όπως αποκαλεί ο ίδιος την ταινία) πρωταγωνιστούν ένας Γερμανός τυχοδιώκτης και ένας μαύρος σκλάβος και προπάππους του Shaft, ενώ ανάμεσα σε νέα και παλιά μουσική του Ennio Morricone ξεπετάγονται τραγούδια των James Brown και Rick Ross. Και όλα αυτά στο ανατριχιαστικά ειδυλλιακό τοπίο του αμερικάνικου Νότου που έγραψε την ιστορία του σε βάρος εκατομμυρίων δούλων από την Αφρική. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που ο Tarantino ανοίγει διάλογο με τη βία στις σελίδες της ιστορίας. Μάλιστα, μπορεί στο «Άδωξοι Μπάσταρδη» να εικονογράφησε τη φρίκη του ναζισμού, στο «Django ο Τιμωρός» όμως είναι ένας Γερμανός που υπερασπίζεται τα ανθρώπινα δικαιώματα των σκλάβων, δεκαετίες πριν το Ολοκαύτωμα, και επιπλέον πιο ειλικρινά από τον ίδιο τον Django.

Η νέα ταινία του Tarantino δεν είναι, φυσικά, ιστορική, αποκλειστικά βίαιη ή απλά κυνική. Ούτε είναι ένα αντιπροσωπευτικό γούεστερν με την έννοια του κατεξοχήν αμερικάνικου κινηματογράφου. Είναι, όπως και οι προηγούμενες, μια ιδιοφυώς στυλιζαρισμένη παραποίηση του καλού και του κακού, με τις χαρισματικές στιγμές του Tarantino, όπου ακούγονται περίτεχνοι διάλογοι και αναπάντεχες μουσικές, η διανομή των ρόλων είναι σατανικά έξυπνη, καταναλώνονται πρόχειρα ή πολυτελή φαγητά με σαδιστική βραδύτητα, άτυχοι άνθρωποι βασανίζονται αποτρόπαια, κυριαρχούν τα φετίχ και τίποτα δεν εμποδίζει ακόμα και το πιο ευτελές υλικό να ηρωοποιηθεί.

Όπως λέει ο απελεύθερος και αποφασισμένος Django:
“Kill white people and get paid for it? What’s not to like?”


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου